Μουράτ

Μουράτ
Όνομα πέντε σουλτάνων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. 1. Μ. A’ (; – 1389). Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (1360-89). Εγγονός του Οσμάν, ιδρυτή του οθωμανικού κράτους, διαδέχτηκε τον πατέρα του Ορχάν. Άρχισε τις κατακτητικές εκστρατείες των Τούρκων στην Ευρώπη· κατέλαβε την Αδριανούπολη (1361), την οποία έκανε αργότερα πρωτεύουσα του κράτους του αντί της Προύσας, τις Σέρρες, την Καβάλα, τη Θεσσαλονίκη, ολοκλήρωσε την κατάληψη της ανατολικής Θράκης και έφτασε κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Συνέτριψε τους Σέρβους και τους Ούγγρους που προσπάθησαν να πάρουν την Αδριανούπολη (1363) και επεξέτεινε την επικράτειά του μέχρι το Μοναστήρι και τη Σόφια, την οποία κατέλαβε το 1382. Δολοφονήθηκε στη μάχη του Κοσσυφοπεδίου εναντίον των Σέρβων, η οποία όμως απέβη υπέρ των Τούρκων, χάρη στην ανδρεία του γιου του Μ., Βαγιαζήτ. 2. Μ. B’ (; – 1451). Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (1421-51). Επιβλήθηκε του νόμιμου διαδόχου Μουσταφά και εξόρμησε στα Βαλκάνια και στη Μ. Ασία, κατακτώντας τη Σερβία και την Ανατολία. Πολιόρκησε ανεπιτυχώς την Κωνσταντινούπολη (Ιούνιος – Σεπτέμβριος 1422), αλλά το 1424 υποχρέωσε τον αυτοκράτορα Ιωάννη B’ να του εκχωρήσει με συνθήκη εδάφη της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Το 1430 κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη από τους Ενετούς. Τα κατακτητικά του σχέδια ανέτρεψε ο Ούγγρος Ιωάννης Ουνυάδης, ο οποίος προέλασε μέχρι την Αδριανούπολη και υποχρέωσε τον Μ. στη συνθήκη του Σεγκεδίν (1444). Απογοητευμένος ο Μ. παραιτήθηκε υπέρ του γιου του Μωάμεθ B’, αλλά, όταν το κράτος του απειλήθηκε από τον συνασπισμό των Ούγγρων, των Βλάχων και των Πολωνών, ανέλαβε πάλι την εξουσία και τους νίκησε στη Βάρνα (1444). Το 1446 λεηλάτησε την Πελοπόννησο, κυρίως την Πάτρα, από όπου αποχώρησε ύστερα από συνθήκη με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Αντιμετώπισε νέα απειλή των Ούγγρων και των Βλάχων του Ουνυάδη, τους οποίους συνέτριψε στη μάχη που δόθηκε πάλι στο Κοσσυφοπέδιο (1448). Στα χρόνια του Μ. B’ αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά ο θεσμός των αρματολικιών στα Άγραφα. Ο Μ. B’ οργάνωσε συστηματικά το παιδομάζωμα, λίγο πριν από την άλωση της Θεσσαλονίκης, και συγχρόνως αναδιοργάνωσε ριζικά το γενιτσαρικό σώμα, τόσο ώστε να θεωρηθεί – εσφαλμένα – ως ο εισηγητής της στρατολογίας των χριστιανοπαίδων και γενικά του θεσμού των γενιτσάρων. 3. Μ. Γ’ (; – 1595). Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (1574-95). Γιος του Σελήμ B’. Στην εποχή του συνεχίστηκε η παρακμή της αυτοκρατορίας, που είχε αρχίσει με τη ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571). Οι εκστρατείες του εναντίον των Ούγγρων και των Αυστριακών απέτυχαν, ενώ οι αλλεπάλληλες στάσεις των γενιτσάρων κλόνιζαν την εξουσία και επιδείνωναν την οικονομική κατάσταση του κράτους, αλλά οι στρατηγοί του σημείωσαν επιτυχίες και κατέλαβαν τη Γεωργία. Ο Μ. έσφαξε τους πέντε αδελφούς του, διατηρούσε μεγάλο χαρέμι και απέκτησε 118 παιδιά. 4. Μ. Δ’ (; – 1640). Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (1623-40). Διαδέχτηκε το 1623 τον θείο του Μουσταφά A’. Υπήρξε από τους πιο δεσποτικούς και σκληρούς σουλτάνους. Η πολιτική του προκάλεσε στάσεις των γενιτσάρων, τις οποίες κατέστειλε με ωμότητα. Κυρίευσε τη Βαγδάτη (1638) και κατάσφαξε 30.000 κατοίκους της. Επί της βασιλείας του καταργήθηκε το παιδομάζωμα και θανατώθηκε στην Κωνσταντινούπολη ο οικουμενικός πατριάρχης Κύριλλος A’ o Λούκαρης. 5. Μ. E’ (; – 1904). Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (1876). Διάδοχος του θείου του Αμπντούλ Αζίζ, διακρινόταν για τη χρηστότητα του ήθους και τις φιλελεύθερες αντιλήψεις του, αλλά όταν ανέβηκε στον θρόνο έπαθε νευρικό κλονισμό, κρίθηκε ανίκανος να κυβερνήσει και εκθρονίστηκε σε λίγους μήνες (Αύγουστος 1876). Τον διαδέχτηκε ο νεώτερος αδελφός του Αμπντούλ Χαμίτ, ο οποίος τον έκλεισε με την οικογένεια του σε ένα ανάκτορο του Βοσπόρου. Ο Μ. έζησε περίπου 30 χρόνια έγκλειστος και ασχολήθηκε, μετά τη θεραπεία του, με μουσικές συνθέσεις. Ο σουλτάνος Μουράτ Β’ με τον στρατό του, σε μικρογραφία του 16ου αι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ουνυάδης, Ιωάννης — (Janos Hunyady, 1387 – 1456). Βασιλιάς της Ουγγαρίας. Εξώγαμος γιος του βασιλιά Σιγισμούνδου, πολέμησε στο πλευρό του πατέρα του εναντίον των επαναστατών Ουσιτών (1420), εναντίον των Τούρκων που είχαν εισβάλει στην Τρανσυλβανία (1437) και… …   Dictionary of Greek

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Βαγιαζήτ — Όνομα Οθωμανών σουλτάνων και αξιωματούχων. 1. Β.Α’, ο επιλεγόμενος Κεραυνός (1359 1403). Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (1389 1402). Διαδέχτηκε τον Μουράτ Α’ μετά τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου. Αύξησε τις οθωμανικές κτήσεις στα Βαλκάνια και… …   Dictionary of Greek

  • Βάρνα — Πόλη (314.539 κάτ. το 2001) της ΒΑ Βουλγαρίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου διοικητικού διαμερίσματος (11.920 τ. χλμ., 887.222 κάτ. το 2001), το οποίο περιλαμβάνει τις ανατολικότερες διακλαδώσεις του Ντελί Ορμάν (Λούντα Γκόρα) και του Αίμου (Στάρα… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Κοινωνία και Οικονομία (Αρχαιότητα) — ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η οικονομία στην Aρχαϊκή περίοδο Στον τομέα της οικονομίας, στην Aρχαϊκή περίοδο, σημειώθηκε μια σημαντική πρόοδος σε σχέση με τη Γεωμετρική περίοδο. Κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής… …   Dictionary of Greek

  • Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… …   Dictionary of Greek

  • Κομπίλοβιτς, Μίλος — (14ος αι.). Σέρβος αγωνιστής. Μετά τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389), που οδήγησε στη συντριβή των Σέρβων, κατόρθωσε με πονηριά να πλησιάσει τον νικητή Μουράτ A’ και να τον δολοφονήσει. Μετά τον φόνο έσπευσε να απομακρυνθεί, αλλά τον πρόλαβαν οι… …   Dictionary of Greek

  • Μικρά Ασία — Χερσονησιακή περιοχή στο δυτικότερο τμήμα της ασιατικής ηπείρου. Πολιτικά ανήκει στην Τουρκία. Έχει περίπου ορθογώνιο σχήμα και ορίζεται στα Β από τον Εύξεινο Πόντο, στα ΒΔ από τον Βόσπορο και την Προποντίδα, στα Δ από το Αιγαίο και στα Ν από τη… …   Dictionary of Greek

  • Παλαιολόγος — I Επώνυμο μεγάλης βυζαντινής οικογένειας από την οποία προέρχεται και η δυναστεία των Παλαιολόγων. Πολλά μέλη της έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική πορεία της αυτοκρατορίας. Από αυτά γνωστότερα είναι: 1. Νικηφόρος. Στρατηγός και υπέρτιμος.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”